Polis Weekend
Το Σαββατοκύριακο σου ανήκει, το κάνεις ότι θέλεις...εμείς το ντύνουμε με μουσική!
closeListeners:
Top listeners:
Radiopolis Player ΡΑΔΙΟ ΠΟΛΙΣ 99,4
Γεννήθηκα στην Αθήνα, στον Άγιο Μελέτιο, στον λόφο Σκουζέ, και θυμάμαι την εκκλησία του Αγίου Αιμιλιανού, όπου, όταν κοινωνούσα, είχα διπλή χαρά, γινόμουν ένθεος, έτσι πίστευα. Το περιβάλλον στη γειτονιά ήταν οικογενειακό. O πατέρας μου ήταν υπάλληλος, ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, που υπηρέτησε στο ελληνοαλβανικό μέτωπο, έζησε αυτό που διαβάζουμε τώρα στα Ματωμένα Χώματα, τις κακουχίες, και επέστρεψε. Τον περίμενε η μάνα μου να προχωρήσουν τη ζωή τους, γιατί είχαν ήδη εμένα και τα δυο αδέλφια μου.
• Εγώ νομίζω ότι ξέφυγα, θέλησα να κάνω το θέατρο από τα μικρά μου χρόνια. Τότε ο δήμος Αθηναίων είχε μια εστία στον Κολωνό όπου υπήρχε ένας δάσκαλος, μπορούσες να φοιτήσεις και να κάνεις το θέατρο. Ήταν η εποχή που είχε τελειώσει ο πόλεμος και είχαμε το Σχέδιο Μάρσαλ. Μπήκα στη δραματική σχολή του Εθνικού το 1957 και τέλειωσα το 1961. Δεν ήταν συνηθισμένο να γίνεις ηθοποιός, αλλά τα σπίτια ήταν ανεκτικά. Εμένα αυτό μου άρεσε κι αυτό έκανα και, δόξα τω Θεώ, οι γονείς μου με βοήθησαν να το κάνω, και μάλιστα καλά.
• Τελείωσα αριστούχος τη σχολή και αξιώθηκα να έχω σπουδαίους δασκάλους, την Ελένη Χατζηαργύρη, τον Στέλιο Βόκοβιτς, την Ελένη Χαλκούση, τον Αιμίλιο Χουρμούζιο, που μας έκανε θεατρολογία, τον Άγγελο Τερζάκη, φυσιογνωμίες μεγάλες και του θεάτρου και της λογοτεχνίας. Είχαμε διευθυντή τον Σωκράτη Καραντινό, έναν φωτισμένο άνθρωπο που με πήρε μετά στο ΚΘΒΕ. Θυμάμαι μου είπε «τι κάθεσαι και παιδεύεσαι στην Αθήνα;», παρά το γεγονός ότι μόλις τελείωσα τη σχολή ξεκίνησα να δουλεύω στο θέατρο Πορεία, με τον Αλεξανδράκη, με τη Βαλάκου, που είχε δικό της θίασο. Στη συνέχεια βρέθηκα και στο Θέατρο Τέχνης, που για μένα ήταν άλλο ένα «σπουδαστήριο». Ήθελα να μαθαίνω συνέχεια για τον χώρο του θέατρου και να ανταμώνω με ανθρώπους σπουδαίους, όπως ήταν Κάρολος Κουν, από τον οποίο πήρα πάρα πολλά και με βοήθησε πολύ να εξελιχθώ.
Δεν μου αρέσει να νοσταλγώ και να λέω «εκείνη η εποχή ήταν καλύτερη». Όλες οι εποχές είναι καλές, αρκεί να δίνονται οι ευκαιρίες στους ανθρώπους.
• Τη πρώτη μου οντισιόν την έδωσα αφού τελείωσα το Εθνικό, ενώ ήμουν στρατιώτης. Άκουσα ότι ο Αλέξης Δαμιανός ήθελε κάποιους ηθοποιούς για να κάνει αντικατάσταση στα Κόκκινα Φανάρια του Αλέξη Γαλανού ‒ τότε έπαιξα τον Ντόρη, ζευγάρι με την Κατερίνα Χέλμη. Η παράσταση αυτή κράτησε τέσσερα χρόνια και είχε σπουδαίοι ηθοποιοί. Μετά τη σχολή αυτό ήταν το πρώτο μου σχολειό, γιατί ο Δαμιανός δεν ήταν συνηθισμένος σκηνοθέτης και δεν ήθελε συνηθισμένα πράγματα από την επαγγελματική άποψη, δεν ήθελε, αν μπορώ να το πω έτσι, «επαγγελματίες» ηθοποιούς, αλλά ανθρώπους που να μπορούν να αμφιβάλλουν για τον εαυτό τους. Η αμφιβολία είναι κάτι που πρέπει να υπάρχει σε έναν ηθοποιό, είναι ένα σημαντικό σπέρμα για να μπορέσεις να δημιουργήσεις και συνεχώς να αναζητάς και να ανιχνεύεις τα πράγματα.
• Συζητάμε συχνά και λέμε ότι δεν υπάρχουν μεγάλοι δάσκαλοι σήμερα, αλλά εγώ θέλω να πιστεύω ότι όπως το θέατρο θα υπάρχει πάντα, έτσι θα βρίσκεται και ο τρόπος να υπάρχουν δάσκαλοι αξιόλογοι. Τους μεγάλους δασκάλους τούς δημιουργούν και το θέατρο και οι εποχές, όπως συμβαίνει και στη λογοτεχνία. Για μένα είναι μια μεγάλη περιουσία που πρέπει τα κράτη να στηρίζουν με τις κρατικές σχολές, οι οποίες πρέπει να έχουν μια ποιότητα που θα παιρνούν και στους σπουδαστές. Πιστεύω ότι το θέατρο είναι λίγο σαν την Ελλάδα, που ποτέ δεν πεθαίνει. Υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει μέσα από πολλούς αξιόλογους νέους ανθρώπους που είναι καλύτεροι από εμάς και θα κάνουν σημαντικά πράγματα.
• Σήμερα δοξάζω τον Θεό γιατί με αξίωσε να βρεθώ σε αξιόλογους χώρους, στα αρχαία μας θέατρα, όπου χρειάζονται κι άλλα προσόντα: ευρύτερο σθένος, καλή φωνή που να μπορεί να φτάνει σε 12.000 άτομα. Υπ’ όψιν ότι τότε δεν υπήρχαν βοηθήματα όπως σήμερα ‒ εγώ δεν τα προτιμώ, προτιμώ να αντιμετωπίζω τους ρόλους με τις δικές μου δυνάμεις και το δικό μου σθένος. Και έπαιξα σημαντικούς ρόλους εκεί, όπως ο Προμηθέας Δεσμώτης και ο Οιδίποδας Τύραννος.
• Μου άρεσαν οι εναλλαγές των ρόλων και μου αρέσουν ακόμα, κι αυτό δείχνει ότι συνεχίζω να είμαι ανήσυχος. Μου το λέει η Χρυσούλα Διαβάτη που έχει κουραστεί και θέλει να αποσυρθεί, αλλά δεν την αφήνω ούτε εγώ ούτε οι άλλοι να αποσυρθεί γιατί είναι ικανή. Όσο ο Θεός μού δίνει δυνάμεις, θα συνεχίσω να ερευνώ και να ενδιαφέρομαι για ωραίους ρόλους.
• Σε αυτήν τη δουλειά πρέπει να μένεις όσο έχεις υγεία και αναπνοή, όσο έχεις το μυαλό σου και δεν προκαλείς τον οίκτο. Αν ακούσω το κοινό να μου λέει «τι θέλεις πάνω στη σκηνή;», θα αποσυρθώ. Ανήκουμε στο κοινό. Ο ηθοποιός δεν είναι κάποιος που μπορεί να κοιτάζεται στον καθρέφτη και να λέει «τι καλός ή τι μεγάλος είμαι», αυτό πρέπει να του το πει το κοινό. Εξαρτόμαστε από το κοινό, από τον λαό μας, θα έλεγα καλύτερα.
• Χρειάζεται να έχει αυτοπεποίθηση ένας ηθοποιός και θάρρος και να προσπαθεί συνέχεια, να μορφώνεται και να μην κάνει αυτό που δε θα ήθελε να του κάνουν οι άλλοι. Το πιο μαγικό κομμάτι του θεάτρου είναι να βρίσκεσαι πάνω στη σκηνή και να «αγωνίζεσαι» μαζί με καλούς συναδέλφους.
• Έχω κάνει σκηνοθεσίες, αλλά δεν με γοήτευσε αυτό το κομμάτι. Είμαι ένας ηθοποιός που θα ήθελα να βρίσκομαι με έναν άλλον άνθρωπο ο οποίος θα με οδηγεί σωστά πάνω στη σκηνή, όπως ο Κουν, ο Βολανάκης, ο Μινωτής, ώστε να φτιάξω τους ρόλους. Δεν γίνεται να μη μνημονεύσεις αυτούς τους σκηνοθέτες που ήταν και μεγάλοι δάσκαλοι και κράτησαν το ύψος και τη φήμη τους. Είχαν υπομονή και επιμονή και ιδιαίτερα μεγάλη αγάπη στους νέους ανθρώπους. Έκανα και δικούς μου θιάσους, αλλά ούτε αυτό με ενδιέφερε. Πάντα άφηνα στους άλλους να με επιλέγουν: όταν έγινα θιασάρχης, βρέθηκαν κάποιοι άλλοι να επενδύσουν, εγώ υπήρχα ως πρωταγωνιστής. Το να έχεις ένα θέατρο είναι ένα μεγάλο βάρος επαγγελματικό, το να παίζω μόνο μου άρεσε και με άφηνε απερίσπαστο.
• Η συνάντησή μου στο θέατρο που θεωρώ καταλυτική ήταν αυτή με τη Χρυσούλα Διαβάτη στο θέατρο του Κατράκη και αργότερα στο Κορίτσι με το κορδελάκι. Ήθελα πάντα να έχω οικογένεια, αλλά ποτέ δεν την μπέρδεψα με τη δουλειά μου. Όσες φορές συνεργάστηκα με τη Χρυσούλα, τσακωνόμασταν, αυτό είναι αποδεδειγμένο ότι συμβαίνει πια, παράδειγμα αποτελούν ο Μινωτής με την Παξινού. Ακόμα και οι άνθρωποι που είναι πολύ αγαπημένοι στη ζωή σε μια δουλειά καβγαδίζουν γιατί έτσι είναι η ζωή των ζευγαριών ‒ αλλιώς θα ήταν βαρετή. Το θέατρο δεν μπορεί να είναι ποτέ βαρετό, πρέπει να ανανεώνεται, να είναι ζωντανό, αλλιώς αυτό το αίσθημα της ανίας μεταφέρεται και στο κοινό. Δουλέψαμε περιστασιακά μαζί, δεν θέλαμε να συνυπάρχουμε στη σκηνή. Ήταν της μόδας κάποτε τα θιασαρχικά ζευγάρια και κάναμε κι εμείς μεγάλη επιτυχία τότε, τον Μεσιέ Αμιλκάρ, ένα γαλλικό έργο, στο Βρετάνια. Είχε ενδιαφέρον για τον κόσμο. Γέμισε το θέατρο και ήταν για μένα μια σημαντική εμπειρία στην οποία δοκιμάστηκα, γιατί εκεί, πριν από μένα, ήταν ο Βέγγος και δεν είχε πάει καθόλου καλά. Μετά κάναμε το Αυγό του Φελισιέν Μαρσό και στη συνέχεια στο θέατρο Πόρτα το Ψηλά από τη γέφυρα.
• Γενικότερα κι αυτό με κούρασε, το να ψάχνω να βρω έργα κάθε χρόνο και να κάνω τις διανομές. Καταρχάς, δεν νομίζω ότι βοηθάει την καλλιέργειά σου ως ηθοποιού το θιασαρχιλίκι, κάνεις υποχωρήσεις, πράγματα που καμιά φορά ενδεχομένως δεν εκτιμάς και αναγκάζεσαι να μπεις στον χώρο του εμπορίου. Αν αποκτήσεις δικό σου θέατρο, δε, είναι τρισχειρότερα, πρόκειται για έναν βραχνά, δεν ξέρεις τι να το κάνεις αυτό το θέατρο, αυτό έχει αποδειχτεί. Κουράζεσαι κάποια στιγμή. Οι φιλοδοξίες του ηθοποιού δεν είναι να γίνει επιχειρηματίας και θιασάρχης ούτε να έχει αυτήν τη νοοτροπία, που είναι κάπως αναχρονιστική.
• Έργα σπουδαία δεν γράφονται πια, που να «απαιτούν» να τα υπηρετήσεις. Παλιά έρχονταν πολλοί ξένοι θίασοι και τρέχαμε να δούμε τι κάνουν, για εμάς ήταν μια νέα σχολή. Ήταν μια εποχή με σημαντικά έργα, πρωτοποριακά, π.χ. του Ιονέσκο, του Μπέκετ, που έπαιξα σε σκηνοθεσία Μίνου Βολανάκη, ο οποίος προερχόταν από το αγγλικό θέατρο και όταν δουλεύαμε μαζί ήταν σαν να είχαμε μεταφερθεί στην Αγγλία και να σπουδάζαμε εκεί. Τον ηθοποιό τον αγαπούσε πολύ, εκείνος λάτρευε εμάς κι εμείς εκείνον. Μια παράσταση που πάντα ανακαλώ είναι το Περιμένοντα τον Γκοντό σε σκηνοθεσία Βολανάκη. Παίζαμε ο Πέτσος, ο Βεάκης κι εγώ. Αυτή την παράσταση τη θυμάται όλη η Θεσσαλονίκη, έχει μείνει στη μνήμη του θεατή. Ο Βολανάκης, όπως και ο Μινωτής στον χώρο της τραγωδίας κυρίως και ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, ένας σημαντικός δημοσιογράφος με συγγραφικό έργο γύρω από το αμερικανικό θέατρο, ήταν σπουδαίος.
• Με τον Μινωτή, που ήταν παρεξηγημένος εξαιτίας του αυταρχισμού του, αλλά δίκαιος, δουλέψαμε εξαιρετικά. Μισούσε τους ατάλαντους, εκτιμούσε πολύ τις γυναίκες, τη Χατζηαργύρη, την Τουρνάκη, τη Σκούντζου, ήταν δύσκολος άνθρωπος όμως, δυσπρόσιτος. Εμένα με εκτιμούσε και όταν είχε έρθει μια φορά ο Καραμανλής, ο μεγάλος, να δει μια παράσταση όπου πρωταγωνιστούσα, τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ, σε σκηνοθεσία του ‒είχε παίξει κι εκείνος το ρόλο στα νιάτα του‒, με τίμησε λέγοντάς του στη δεξίωση που ακολούθησε: «Σε αυτόν θα παραδώσω τους ρόλους μου». Ωστόσο δεν μου αρέσει να νοσταλγώ και να λέω «εκείνη η εποχή ήταν καλύτερη». Όλες οι εποχές είναι καλές, αρκεί να δίνονται οι ευκαιρίες στους ανθρώπους.
• Έμεινα πολύ καιρό στα κρατικά θέατρα, ήταν επιλογή μου, τα πάντα είναι επιλογή μου. Δεν παρασύρθηκα, ήξερα τι ήθελα να κάνω και πού να στοχεύσω. Στους καλούς ρόλους, στο ρεπερτόριο και στις καλές συνεργασίες και αυτές τις εξασφάλιζαν τα μεγάλα, κρατικά θέατρα. Θέλω να πιστεύω ότι τα εθνικά θέατρα θα βρουν τον βηματισμό τους ξανά.
• Δεν μετάνιωσα ποτέ που ανέλαβα την καλλιτεχνική διεύθυνση του ΚΘΒΕ. Ήταν μια πρόταση τότε του Κώστα Καραμανλή που μου το ζήτησε γιατί γνώριζε ότι είχα υπηρετήσει το θέατρο ως ηθοποιός για επτά χρόνια και είχα παίξει σημαντικούς ρόλους. Εκεί είχα γνωρίσει και τον Βολανάκη και τον Σπαθάρη. Είχα μια καλή φήμη και πάντα υπάρχει ανάγκη για διευθυντές, ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη. Νομίζω ότι το Κρατικό έχει πολλές σκηνές που δεν χρειάζεται, γιατί δεν έχει μεγάλο θεατρικό κοινό. Ακόμα και μεγάλες επιτυχίες που πάνε στη Θεσσαλονίκη, δεν αντέχουν πάνω από μήνα. Δεν είναι σαν την Αθήνα, όπου υπάρχουν και μεγάλοι κράχτες και ανταγωνισμός. Μακάρι να υπήρχε και στη Θεσσαλονίκη, αλλά είναι δύσκολο να γίνει. Πήγα στο Κρατικό, έκανα δύο θητείες. Παρέλαβα ένα θέατρο σε καλή κατάσταση, αλλά οι άνθρωποι δεν ήταν ικανοποιημένοι. Είναι σαν τις οικογένειες που όλοι συνυπάρχουν υποχρεωτικά, πολλοί άνθρωποι σε ένα διαμέρισμα. Υπήρχε αυτός ο ανταγωνισμός, τα ζητήματα των πρωταγωνιστών και των δευτεραγωνιστών, νοοτροπίες που είναι δύσκολο να ξεριζωθούν, σχεδόν ακατόρθωτο, όπως και ο άκρατος συνδικαλισμός. Εγώ οδηγήθηκα σε παραίτηση εξαιτίας αυτών, δεν μπορούσα να συνεχίσω. Ήμουν συνδεδεμένος με το θέατρο και την πόλη, εκεί γνώρισα και παντρεύτηκα τη Χρυσούλα και εκεί γεννήθηκε και η κόρη μας. Όταν πηγαίνω, πικραίνομαι, γιατί αυτή η πόλη δεν βοηθήθηκε ούτε οικονομικά ούτε πολιτισμικά, ώστε να γίνει κάτι καλύτερο. Έχει ανήσυχους ανθρώπους και σπουδαίους ποιητές και λογοτέχνες, αλλά είναι ελάχιστοι. Θέλω να πιστεύω ότι τα πράγματα είναι έτσι λόγω εσφαλμένων επιλογών. Έκανα τεράστιες προσπάθειες να φέρω το πανεπιστήμιο στο θέατρο, αλλά δεν τα κατάφερα. Δεν το περιφρονούν, απλώς δεν το εκτιμούν. Το ΚΘΒΕ ήταν το πρώτο θέατρο στην ένωση των ευρωπαϊκών θεάτρων. Κάναμε βαλκανικό θέατρο για να ενώσουμε αυτές στις χώρες και οι κινήσεις αυτές δεν αφορούν την τέχνη μόνο. Συγκινήθηκα και ανέλαβα εκείνη την ευθύνη γιατί τότε ο Καραμανλής συμβολικά είχε γίνει και υπουργός Πολιτισμού και ερχόταν συχνά στο θέατρο κι αυτό του έδινε μια αίγλη και μια ταυτότητα. Αυτό είχε μια σημασία για την κοινωνία, καθώς ήταν αγαπητός τότε, στο ξεκίνημά του. Απολάμβανε τότε και το θέατρο τη δόξα που είχε η κυβέρνηση. Για μένα όμως δεν είναι σωστό το θέατρο να πηγαίνει πακέτο με την πολιτική ηγεσία, να είναι τέτοιου τύπου οι διορισμοί. Θα έπρεπε να είναι ανεξάρτητο, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη. Καμιά φορά υπάρχει καλή προαίρεση, αλλά δεν φτάνει.
• Η κρίση, όπως όλες οι κρίσεις, κυρίως οι οικονομικές, επηρεάζει πολύ το θέατρο γιατί η ευημερία του θεάτρου εξαρτάται πολύ από αυτόν που μπορεί να δώσει κάποια χρήματα κι αυτό δεν υπάρχει πια. Σήμερα δεν θα ήθελα να είμαι διευθυντής ενός θεάτρου σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευση.
• Το θέατρο είναι εφήμερο, αλλά φταίει η πολιτεία που ξεχνάμε ή δεν γνωρίζουμε κάποια πρόσωπα. Πρέπει να τα μνημονεύει και να μας τα υπενθυμίζει, δεν είναι δυνατό να μην υπάρχει ζωντανή η παράδοση του Τέχνης και του Κουν. Είναι λάθος της πολιτείας που ποτέ δεν εκτίμησε σωστά κάποιους ανθρώπους, ώστε να διασώσει τη μνήμη τους και να την περάσει σε νεότερους ανθρώπους, ικανούς, και ο πολιτισμός μας να έχει μια συνέχεια.
• Παρακολουθώ πολύ το θέατρο γιατί είμαι άνθρωπος της δουλειάς και ευτυχώς που υπάρχουν και τα σάιτ και η τεχνολογία. Ξέρω πού βρίσκεται σήμερα το θέατρο και τι πρέπει να κάνει για να γίνει καλύτερο. Νομίζω ότι δεν πρέπει να υπάρχουν τόσες σχολές, γιατί ο πληθωρισμός δεν κάνει σε τίποτα καλό, ούτε στην οικονομία, ούτε στο θέατρο, ούτε στο επάγγελμα. Πρέπει να γίνονται τα πράγματα αυστηρότερα για να μπορούν να κερδίζουν οι νεότεροι. Σε αυτή την παράσταση που παίζω τώρα βρίσκομαι ανάμεσα σε νέους ταλαντούχους κι αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά, γιατί θέατρο δεν μπορείς να κάνεις μόνος σου, θέλεις συντροφιά και συνθήκες σημαντικές για να μπορέσεις να αποδώσεις.
• Με την κριτική δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα. Μου έγραφαν και τα θετικά και τα αρνητικά, αλλά δεν πικραινόμουν, όπως κάποιοι ηθοποιοί, γιατί δεν εμείς εξαρτώμεθα από την κριτική αλλά από το κοινό. Οι κριτικοί στην εποχή μου είχαν δύναμη, τη διαβάζαμε την γνώμη τους, αλλά δεν έπρεπε ούτε να μας απογοητεύει ούτε να μας κάνει υπερήφανους, να παίρνουμε την εφημερίδα και να τη δείχνουμε παντού. Η κριτική βοηθά γιατί κρινόμαστε ανά πάσα στιγμή, δεν υπάρχει εφησυχασμός. Υπάρχει ένα κοινό, άρα υπάρχουν πολλές γνώμες και αυτήν τη γνώμη τη μοιραζόμαστε με τον κόσμο όχι μόνο στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη και την Κύπρο, παντού.
• Το καλύτερο που μου έχει συμβεί στο θέατρο είναι ότι γνώρισα τη Χρυσούλα και ότι μέσα σε αυτό μεγάλωσε η κόρη μου, η Λήδα, στην αγκαλιά ανθρώπων όπως ο Κουν, ο Ευαγγελάτος. Δεν έγινε ηθοποιός, έγινε συμβολαιογράφος. Η εγγονή μου θα πάει στο Μπρόντγουεϊ να κάνει χορό και θέατρο και έχω και έναν εγγονό που ασχολείται με την Κλινική Ψυχολογία. Μένουμε στο ίδιο ακίνητο και η Χρυσούλα, που μαγειρεύει και καταπληκτικά, μας φροντίζει όλους. Είναι η μάνα-τροφός. Η κόρη μου το έζησε το θέατρο, γνώρισε τους ανθρώπους, αλλά δεν τη συγκίνησε. Δεν της είπαμε κι εμείς «έχεις ταλέντο», δεν θέλαμε να ακολουθήσει το επάγγελμα.
• Εμείς ζήσαμε από τη δουλειά μας και μεγαλώσαμε και το παιδί μας και θέλουμε να μεγαλώσουμε και τα εγγόνια μας, να μπορέσουν να σπουδάσουν με άνεση και να κάνουν αυτά που θέλουν. Είναι δύσκολα τα πράγματα σήμερα, αλλά, αν έχεις επιμονή, θα νικήσεις.
• Αυτά με τις κακοποιήσεις δεν μου έκαναν εντύπωση, υπήρχαν στον χώρο και τα έχουμε ζήσει, απλώς δεν γινόταν πάντα συζήτηση. Όταν λέμε «είμαστε συνάδελφοι», εννοούμε ότι συμπορευόμαστε και είμαστε μαζί. Εμένα μου φαίνεται αδιανόητο να θέλω να βλάψω κάποιον συνάδελφο, να τον εκμεταλλευτώ και ιδιαίτερα με τρόπο σεξουαλικό. Αυτή η συμβίωση πρέπει να γίνει αποδεκτή και σεβαστή απ’ όλα τα άτομα. Είμαστε συνάδελφοι.
• Στην τηλεόραση υποδύθηκα τον Αρσένιο και δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η προσωπικότητα είχε τόση απήχηση στον κόσμο. Αυτό δεν συνέβη γιατί το θέμα ήταν θρησκευτικό και το είχε ανάγκη ο κόσμος αλλά και γιατί οι άνθρωποι που έφτιαξαν τη σειρά είναι ταλαντούχοι και ικανοί, ανανέωσαν το ενδιαφέρον για την τηλεόραση, δεν ήταν μεγάλη σειρά ώστε να πλατειάσει, είχε μικρή φόρμα και χαρακτήρες. Όπως ξέρετε, τα καλύτερα έργα, και στην τραγωδία ακόμα, δεν έχουν μεγάλη διάρκεια.
• Θα έλεγα ότι βρίσκομαι σε μια συνέχεια με την παράσταση Τα ματωμένα χώματα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, από τα Φάρασα της Μικράς Ασίας στο Κιρκιντζέ, τον τόπο όπου μεγάλωσε ο ήρωας Μανώλης Αξιώτης και τον νοσταλγεί ως ένας στρατιώτης που κλήθηκε να υπηρετήσει την Ελλάδα. Είναι ο αφηγητής της ιστορίας αυτής της πολύ σημαντικής συγγραφέως, της Διδώς Σωτηρίου, που θίγει το θέμα της βαθιά πληγής του ελληνισμού που είναι η ξενιτιά και οι χαμένες πατρίδες. Είναι πολύς κόσμος δεμένος με αυτά τα θέματα που αρέσουν πολύ όχι γιατί έχουν τη νοσταλγία μιας περασμένης εποχής ‒που δεν είναι περασμένη, αντιθέτως γίνεται τακτικά επίκαιρη‒ αλλά γιατί η ξενιτιά και οι πόλεμοι δημιουργούν τεράστια προβλήματα στην ανθρωπότητα και όποιος εφησυχάζει ως προς αυτά δεν κάνει καλά.
• Στη δουλειά μας μάς αρέσει κάνουμε φιλίες με όσους δουλεύουμε και συνεργαζόμαστε, να κάνουμε παρέες. Έτσι το νιώθω το θέατρο, δεν είχα ποτέ ανταγωνισμό με κανέναν, όπως δεν είχα ποτέ και μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. Το θέατρο σε απελευθερώνει από τη μιζέρια και σου επιτρέπει να κοιτάξεις μακριά και ψηλά. Έχω νιώσει αγάπη μέσα στο θέατρο, πολλή αγάπη.
Πηγή: lifo.gr
Πέμπτη 21 Ιουλίου – Ματωμένα Χώματα στο κηποθέατρο Αλκαζάρ-Λάρισα
Τιμώντας τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή και τα 113 χρόνια από τη γέννηση της Διδώς Σωτηρίου, παρουσιάζουμε την παράσταση Ματωμένα Χώματα.
Το εμβληματικό έργο της νεοελληνικής λογοτεχνίας, που αγαπήθηκε από γενιές και γενιές Ελλήνων, μεταφέρεται στη σκηνή σε σκηνοθεσία Γιώργου Παλούμπη, με έναν θίασο εξαιρετικών ηθοποιών.
ΠΕΜΠΤΗ 21 ΙΟΥΛΙΟΥ 2022 – ΩΡΑ 21.30
ΚΗΠΟΘΕΑΤΡΟ ΑΛΚΑΖΑΡ- ΛΑΡΙΣΑ
Παίζουν: Νικήτας Τσακίρογλου, Μιχάλης Σαράντης, Αντίνοος Αλμπάνης,
Θάνος Αλεξίου, Στέλιος Δημόπουλος, Μαρία Νεφέλη Δούκα, Τζένη Κόλλια, Φώτης Λαζάρου, Δάφνη Λιανάκη, Ευθύμης Ξυπολιτάς, Παναγιώτα Παπαδημητρίου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Κώστας Φυτίλης, Aντώνης Χρήστου
Τιμές εισιτηρίων:
20€ Γενική είσοδος 17€ Φοιτητικό 15€ Παιδικό -Ανέργων
Προπώληση:
VIVA.gr
Καταστήματα PUBLIC και MEDIA MARKT
Βιβλιοπωλείο ΚΑΛΤΣΑΣ/ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ 57, 2410255672,ΤΚ 41222
Βιβλιοπωλείο ΚΛΟΥ /ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ 6/ ΤΚ. 41222/ 2410 538597
Συντάχθηκε από: admin
Το Σαββατοκύριακο σου ανήκει, το κάνεις ότι θέλεις...εμείς το ντύνουμε με μουσική!
close21:00 - 00:00
00:00 - 07:00
07:00 - 00:00
00:00 - 07:00
07:00 - 09:00
09:00 - 12:00
1
Αντώνης Ρέμος
2
Γιώργος Σαμπάνης
3
Άννα Βίσση
4
Κωνσταντίνος Αργυρός
5
Apon